Για να μπορέσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα "ποιος είναι ο ρόλος της σωματικής ψυχοθεραπείας και συμβουλευτικής στις εξαρτήσεις;", πιστεύω ότι αρχικά χρειάζεται να ορίσουμε τι είναι η Σωματική ψυχοθεραπεία και τι εννοούμε όταν μιλάμε για εξαρτήσεις.
Στο πρώτο σκέλος δεν πιστεύω ότι είμαι ο πλέον ειδικός για να σας απαντήσω, παρότι είμαι Σωματικός Ψυχοθεραπευτής, καθ’ ότι είμαι βέβαιος ότι θα υπάρχουν μεταξύ μας συνάδελφοι που έχουν μελετήσει πολύ περισσότερο το αντικείμενο και δουλεύουν πάρα πολλά χρόνια, άρα έχουν και περισσότερη πείρα σε αυτό, επίσης οι δάσκαλοί σας στο Ινστιτούτο είναι καλύτεροι γνώστες του αντικειμένου και των τεχνικών του. Για να μπορέσουμε όμως να έχουμε μια βάση θα πούμε πολύ γενικά ότι η Σωματική Ψυχοθεραπεία είναι ένα μοντέλο ψυχοδυναμικής ψυχοθεραπείας (ψυχοθεραπείας βάθους) που συμπεριλαμβάνει στην πρακτική της και δουλειά με το σώμα. Εγώ θα προσπαθήσω να φωτίσω το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, τι είναι οι εξαρτήσεις, τι εννοούμε όταν χρησιμοποιούμε αυτόν τον όρο.
H εξάρτηση παρότι τείνει να θεωρείται πάντα ως έλλειψη υγιούς συμπεριφοράς ή ελεύθερης επιλογής, κακώς˙ η ζωή εκκινείται και διατηρείται από την πρωτογενή υγιή εξάρτηση ειδικά των θηλαστικών, ειδικότερα των ανθρώπων. Οι νοσηρές εξαρτήσεις είναι πάντα δευτερογενείς αντιδραστικοί σχηματισμοί έναντι της πρωτογενούς ανεπάρκειας. Το βρέφος από την πρώτη στιγμή της γέννησής του είναι απόλυτα εξαρτημένο από την μητέρα/τροφό, αρχικά για την επιβίωση και αργότερα για την κοινωνικοποίησή του. Η σχέση ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί είναι μια σχέση ισχύος, διότι επιβάλλεται ως τρομακτικά, δυσανάλογα ασύμμετρη. Το ανθρώπινο είδος, αντίθετα από ότι συμβαίνει στο είδος των ζώων, χαρακτηρίζεται από την απόλυτη αδυναμία και ευπάθεια του νεογνού, το οποίο, χωρίς την άμεση φροντίδα του περιβάλλοντός του, πεθαίνει. Ως εκ τούτου, η διάρκεια της εξάρτησης, η οποία όπως ξέρουμε, είναι μεγαλύτερη από ότι στα άλλα είδη, αναγκαστικά αποτελεί τη βάση όλων των νευρώσεων, αλλά αναπαριστά τα μη αναστρέψιμα θεμέλια μιας ασύμμετρης σχέσης ισχύος, ένα χρέος που θα πληρώνουμε σε όλη μας τη ζωή. Η εξάρτηση λοιπόν είναι μια τάση που έχουμε όλοι μας από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής μας να προσκολληθούμε σε αντικείμενα, πρόσωπα ή καταστάσεις προκειμένου να αντλήσουμε την απαραίτητη ηδονή η οποία θα βοηθήσει να βιώσουμε την καθημερινότητά μας λιγότερο επώδυνα. Η προβληματική της εξάρτησης ξεκινά όταν ένα άτομο για διάφορους λόγους καταλήγει να επιλέγει να αντλεί ευχαρίστηση μόνο από ένα συγκεκριμένο πεδίο της ζωής του. Η εξάρτηση λοιπόν ως έννοια αποκτά αρνητική χροιά κυρίως όταν εστιάζει σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο.
Βρίσκω πολύ στείρο να αρχίσω να σας παραθέτω θεωρίες, στατιστικά και όρους που θα σπαταλήσουν το χρόνο μας και στο τέλος θα έχετε ξεχάσει. Φαντάζομαι ότι θα ήταν πιο ωφέλιμο να κατανοήσουμε τα βασικά θέματα που αφορούν το θέμα των εξαρτήσεων και να μας μείνει χρόνος για να απαντήσω σε ερωτήσεις που έχετε ή θα δημιουργηθούν. Χρειάζεται λοιπόν να ορίσουμε αρχικά τι σημαίνει εξάρτηση.
Στο πρώτο σκέλος δεν πιστεύω ότι είμαι ο πλέον ειδικός για να σας απαντήσω, παρότι είμαι Σωματικός Ψυχοθεραπευτής, καθ’ ότι είμαι βέβαιος ότι θα υπάρχουν μεταξύ μας συνάδελφοι που έχουν μελετήσει πολύ περισσότερο το αντικείμενο και δουλεύουν πάρα πολλά χρόνια, άρα έχουν και περισσότερη πείρα σε αυτό, επίσης οι δάσκαλοί σας στο Ινστιτούτο είναι καλύτεροι γνώστες του αντικειμένου και των τεχνικών του. Για να μπορέσουμε όμως να έχουμε μια βάση θα πούμε πολύ γενικά ότι η Σωματική Ψυχοθεραπεία είναι ένα μοντέλο ψυχοδυναμικής ψυχοθεραπείας (ψυχοθεραπείας βάθους) που συμπεριλαμβάνει στην πρακτική της και δουλειά με το σώμα. Εγώ θα προσπαθήσω να φωτίσω το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, τι είναι οι εξαρτήσεις, τι εννοούμε όταν χρησιμοποιούμε αυτόν τον όρο.
H εξάρτηση παρότι τείνει να θεωρείται πάντα ως έλλειψη υγιούς συμπεριφοράς ή ελεύθερης επιλογής, κακώς˙ η ζωή εκκινείται και διατηρείται από την πρωτογενή υγιή εξάρτηση ειδικά των θηλαστικών, ειδικότερα των ανθρώπων. Οι νοσηρές εξαρτήσεις είναι πάντα δευτερογενείς αντιδραστικοί σχηματισμοί έναντι της πρωτογενούς ανεπάρκειας. Το βρέφος από την πρώτη στιγμή της γέννησής του είναι απόλυτα εξαρτημένο από την μητέρα/τροφό, αρχικά για την επιβίωση και αργότερα για την κοινωνικοποίησή του. Η σχέση ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί είναι μια σχέση ισχύος, διότι επιβάλλεται ως τρομακτικά, δυσανάλογα ασύμμετρη. Το ανθρώπινο είδος, αντίθετα από ότι συμβαίνει στο είδος των ζώων, χαρακτηρίζεται από την απόλυτη αδυναμία και ευπάθεια του νεογνού, το οποίο, χωρίς την άμεση φροντίδα του περιβάλλοντός του, πεθαίνει. Ως εκ τούτου, η διάρκεια της εξάρτησης, η οποία όπως ξέρουμε, είναι μεγαλύτερη από ότι στα άλλα είδη, αναγκαστικά αποτελεί τη βάση όλων των νευρώσεων, αλλά αναπαριστά τα μη αναστρέψιμα θεμέλια μιας ασύμμετρης σχέσης ισχύος, ένα χρέος που θα πληρώνουμε σε όλη μας τη ζωή. Η εξάρτηση λοιπόν είναι μια τάση που έχουμε όλοι μας από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής μας να προσκολληθούμε σε αντικείμενα, πρόσωπα ή καταστάσεις προκειμένου να αντλήσουμε την απαραίτητη ηδονή η οποία θα βοηθήσει να βιώσουμε την καθημερινότητά μας λιγότερο επώδυνα. Η προβληματική της εξάρτησης ξεκινά όταν ένα άτομο για διάφορους λόγους καταλήγει να επιλέγει να αντλεί ευχαρίστηση μόνο από ένα συγκεκριμένο πεδίο της ζωής του. Η εξάρτηση λοιπόν ως έννοια αποκτά αρνητική χροιά κυρίως όταν εστιάζει σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο.
Βρίσκω πολύ στείρο να αρχίσω να σας παραθέτω θεωρίες, στατιστικά και όρους που θα σπαταλήσουν το χρόνο μας και στο τέλος θα έχετε ξεχάσει. Φαντάζομαι ότι θα ήταν πιο ωφέλιμο να κατανοήσουμε τα βασικά θέματα που αφορούν το θέμα των εξαρτήσεων και να μας μείνει χρόνος για να απαντήσω σε ερωτήσεις που έχετε ή θα δημιουργηθούν. Χρειάζεται λοιπόν να ορίσουμε αρχικά τι σημαίνει εξάρτηση.
Τι έχουμε στο μυαλό μας όταν ακούμε τη λέξη εξάρτηση;
Εξαρτημένος είναι αυτός που κρέμεται (εκ-κρεμής) από κάποιον/κάτι άλλο, που ζει σαν να είναι κρεμασμένος στον αέρα, χωρίς να στηρίζεται πουθενά. Εξαρτώμαι σημαίνει, κυριολεκτικά, παραδίδομαι οικειοθελώς σε κάτι/κάποιον για να με κάνει ότι θέλει, να ρυθμίζει τη συμπεριφορά, τη ζωή μου ξέχωρα από τη δική μου βούληση. Η εξάρτηση στην ενήλικη ζωή είναι μια κατάσταση πάντοτε αβέβαιη και σχεδόν πάντοτε αρρωστημένη, μια επιλογή που θα μπορούσαμε να πούμε ότι τις περισσότερες φορές καταλήγει αναπόδραστα στην αναπηρία. Η έννοια της λέξης "εξάρτηση" σύμφωνα με το ετυμολογικό λεξικό ορίζεται ως η σχέση με την οποία κάποιος ή κάτι βρίσκεται υπό τον απόλυτο έλεγχο, την κυριαρχία άλλου, δεν μπορεί δηλαδή να δράσει ή να υπάρξει αυτόνομα. Εξάρτηση στο χώρο της ψυχικής υγείας χαρακτηρίζουμε οποιαδήποτε συνήθεια/έθος (παράγωγα της ρίζας έθος είναι λέξη εθισμός αλλά και τα έθιμα) από την οποία δεν μπορούμε να αποδεσμευθούμε, είτε πρόκειται για ουσία είτε για μια δραστηριότητα ή ψυχική στάση. Αυτές είναι οι ψυχικές τοξίνες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και οι δραστηριότητες μπορεί να οδηγούν στην έκκριση ντοπαμίνης, μιας δηλαδή ουσίας που διευκολύνει την μεταφορά μηνυμάτων στο νευρικό μας σύστημα (π.χ. συναισθημάτων ευφορίας και απόλαυσης) και που σχετίζεται με την αναζήτηση ικανοποίησης.
Πρόκειται λοιπόν για ένα κύκλωμα ανταμοιβής: Όταν αρχίζουμε να συνδυάζουμε μια δραστηριότητα (π.χ. τζόγο, αλκοόλ, τροφή, αγάπη, σεξ) με την έκκριση της ντοπαμίνης και τα συνεπακόλουθα ευχάριστα συναισθήματα, τότε αρχίζουμε σιγά σιγά να αποζητάμε αυτήν την δραστηριότητα, για να χαρίσουμε στον εαυτό μας τα συναισθήματα αυτά. Σήμερα, ένα κομμάτι της επιστήμης τείνει να υποστηρίζει πλέον ότι όλες οι εξαρτήσεις έχουν ως κοινό το ότι ο εξαρτημένος ουσιαστικά είναι εξαρτημένος από την ντοπαμίνη. Για αυτό και τα στάδια της απεξάρτησης χαρακτηρίζονται από συναισθήματα θλίψης, ατονίας και κυκλοθυμισμού.
Θα μπορούσαμε να πούμε πολύ γενικά ότι έχουμε 2 μεγάλες κατηγορίες εξαρτήσεων: τις ουσιοεξαρτήσεις και τις εξαρτήσεις συμπεριφοράς ή δραστηριοτήτων.
Η εξάρτηση δεν εγκαθίσταται αυτόματα είναι το τελικό στάδιο μιας πορείας, ενός δρόμου που οδηγεί προς αυτήν και χωρίζεται σε τέσσερα κύρια στάδια που το κάθε ένα από αυτά έχει τα δικά του χαρακτηριστικά.
Ιστορικά γνωρίζουμε ότι ψυχότροπες ουσίες έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται από τις κοινωνίες πριν από περίπου 5500 χιλιάδες χρόνια. Έχουμε στοιχεία ότι το 3500 πχ οι Αιγύπτιοι παρασκεύασαν το πρώτο αλκοολούχο ποτό. Όσο προχωράμε στην ιστορία υπάρχουν στοιχεία και για άλλες ουσίες σε διάφορους κοινωνίες. Το 2500 πχ οι ιθαγενείς των Άνδεων μασούσαν τα φύλλα του φυτού κόκα, το 1000 πχ εμφανίζεται η κάνναβης, το LSD είναι μια συνθετική ουσία που δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το 1938 από τον Ελβετό χημικό Αλμπερτ Χόφμαν αλλά ανακαλύφθηκαν οι επιδράσεις του 5 χρόνια αργότερα, υπάρχει ένα συγκεκριμένο είδος φρύνου (βάτραχος) της Αυστραλίας και της Δυτικής Αμερικής ο οποίος εκκρίνει μια ουσία από το δέρμα που ο ενδιαφερόμενος μπορεί να γλείψει, ή να αποξηράνει το δέρμα για να τριφτεί σε σκόνη. Μια ερμηνεία του μύθου με την πριγκίπισσα που φίλησε τον βάτραχο κι αυτός μεταμορφώθηκε σε επιβήτορα αφορά αυτό ακριβώς το είδος βατράχου, ωστόσο παραμένει απλώς μια εικασία, και ούτω καθ΄ εξής, μέχρι σήμερα που τα ναρκωτικά παράγονται από μεγάλες βιομηχανίες και το οργανωμένο έγκλημα και σε κάποιες περιπτώσεις στηρίζουν τις οικονομίες ολόκληρων κρατών.
Η διαφορά της χρήσης των ουσιών στο παρελθόν ήταν ότι τότε είχε ένα ιδιαίτερο νόημα, συνήθως τελετουργικό/ιερό ή θεραπευτικό και χρησιμοποιούνταν κάτω από ειδικές συνθήκες και ομάδες ανθρώπων. Αυτός πιθανά είναι και ο λόγος που δεν υπήρχε κάποια έξαρση της χρήσης στην αρχαιότητα, από όσο γνωρίζουμε, αν και από τα στοιχεία που υπάρχουν φαίνεται πως θα πρέπει να υπήρξε κάποιου είδους πρόβλημα με τη χρήση του αλκοόλ. Αν αναζητήσουμε το νόημα πίσω από τη χρήση ουσιών σήμερα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια συμπεριφορά φυγής από την πραγματικότητα, δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα άτομα που κάνουν χρήση ουσιών αυτό που στην ουσία κάνουν είναι να χρησιμοποιούν ένα μέσο για να αποφύγουν την πραγματικότητά τους για κάποιο χρονικό διάστημα.
Οι ψυχοδραστικές ουσίες που δημιουργούν εξάρτηση χωρίζονται με διάφορους τρόπους, μία απλή κατηγοριοποίηση με βάση τη δράση τους είναι:
Η κρατούσα άποψη για την εξάρτηση είναι ότι πρόκειται για μια χρόνια υποτροπιάζουσα νόσο η οποία είναι γενετικά καθορισμένη, άποψη η οποία βιολογικά πιστεύω ότι δεν αμφισβητείται αλλά επί της ουσίας από μόνη της ούτε απαντάει στην αιτιολογία του φαινομένου αλλά και ούτε έχει πολλά να προσφέρει στην αντιμετώπισή του. Ο μηχανισμός μέσω του οποίου δρουν όλες οι εξαρτήσεις είναι το κέντρο ανταμοιβής του εγκεφάλου και η ντοπαμίνη για αυτό το λόγο και υπάρχει η άποψη ότι επί της ουσίας όλοι οι εξαρτημένοι όποια ουσία και να χρησιμοποιούν ή σε όποια συμπεριφορά και να έχουν εθιστεί στην πραγματικότητα είναι εθισμένοι στην ντοπαμίνη. Για να θεωρηθεί κάποιος εξαρτημένος σύμφωνα με το DCM ΙV αρκεί να παρουσιάζει μόνο κάποια από τα ακόλουθα εννέα συμπτώματα:
Πρόκειται λοιπόν για ένα κύκλωμα ανταμοιβής: Όταν αρχίζουμε να συνδυάζουμε μια δραστηριότητα (π.χ. τζόγο, αλκοόλ, τροφή, αγάπη, σεξ) με την έκκριση της ντοπαμίνης και τα συνεπακόλουθα ευχάριστα συναισθήματα, τότε αρχίζουμε σιγά σιγά να αποζητάμε αυτήν την δραστηριότητα, για να χαρίσουμε στον εαυτό μας τα συναισθήματα αυτά. Σήμερα, ένα κομμάτι της επιστήμης τείνει να υποστηρίζει πλέον ότι όλες οι εξαρτήσεις έχουν ως κοινό το ότι ο εξαρτημένος ουσιαστικά είναι εξαρτημένος από την ντοπαμίνη. Για αυτό και τα στάδια της απεξάρτησης χαρακτηρίζονται από συναισθήματα θλίψης, ατονίας και κυκλοθυμισμού.
Θα μπορούσαμε να πούμε πολύ γενικά ότι έχουμε 2 μεγάλες κατηγορίες εξαρτήσεων: τις ουσιοεξαρτήσεις και τις εξαρτήσεις συμπεριφοράς ή δραστηριοτήτων.
Η εξάρτηση δεν εγκαθίσταται αυτόματα είναι το τελικό στάδιο μιας πορείας, ενός δρόμου που οδηγεί προς αυτήν και χωρίζεται σε τέσσερα κύρια στάδια που το κάθε ένα από αυτά έχει τα δικά του χαρακτηριστικά.
- Πειραματισμός: γνωριμία με την ουσία, χρήση μόνο όταν η ουσία προσφέρεται, μάθηση της ευφορίας. Κανένα σχεδόν πρόβλημα στην υγεία, στην εργασία και πολύ μικρός οικονομικός αντίκτυπος. Τα συναισθήματα αυτής της φάσης είναι η περιέργεια και μικρή πίεση.
- Ενεργή Αναζήτηση: συναναστροφή με χρήστες, αναζήτηση της ουσίας, μοίρασμα με άλλους. Μέτρια κατάσταση υγείας (επακόλουθα μέθης), λίγες συνέπειες στην εργασία και μικρός οικονομικός αντίκτυπος. Τα συναισθήματα είναι η αναζήτηση ευχαρίστησης και η δυσφορία.
- Ενασχόληση: αποστασιοποίηση από καταστάσεις του παρελθόντος (απόσυρση), αγορά της ουσίας, αύξηση της χρήσης, πρώτες προσπάθειες για αλλαγή. Προβλήματα στη διατροφή ή στον ύπνο, αίσθηση δυσφορίας όταν δεν κάνει χρήση, στην εργασία μειώνεται η απόδοση, απουσίες και απομόνωση από τους άλλους, τα οικονομικά παρουσιάζουν προβλήματα, αρχίζουν τα πρώτα χρέη. Συναισθηματικά υπάρχουν μεταβολές της διάθεσης και προσπάθειες ελέγχου.
- Εξάρτηση: σχεδόν όλο το περιβάλλον αποτελείται από ανθρώπους που σχετίζονται με τη χρήση, αρχίζουν τα ψέματα, η παραβατικότητα (διακίνηση ουσιών, μικροκλοπές), χρήση μόνος, κατανάλωση υψηλών δόσεων της ουσίας. Υπάρχουν πολλαπλά σωματικά και διανοητικά συμπτώματα, πολύ πιθανή απώλεια της εργασίας και του κύρους και οικονομική καταστροφή. Χρήση για να νοιώθει καλά και να ξεπερνά τις ενοχές, ολοκληρωτική ενασχόληση.
Ιστορικά γνωρίζουμε ότι ψυχότροπες ουσίες έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται από τις κοινωνίες πριν από περίπου 5500 χιλιάδες χρόνια. Έχουμε στοιχεία ότι το 3500 πχ οι Αιγύπτιοι παρασκεύασαν το πρώτο αλκοολούχο ποτό. Όσο προχωράμε στην ιστορία υπάρχουν στοιχεία και για άλλες ουσίες σε διάφορους κοινωνίες. Το 2500 πχ οι ιθαγενείς των Άνδεων μασούσαν τα φύλλα του φυτού κόκα, το 1000 πχ εμφανίζεται η κάνναβης, το LSD είναι μια συνθετική ουσία που δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το 1938 από τον Ελβετό χημικό Αλμπερτ Χόφμαν αλλά ανακαλύφθηκαν οι επιδράσεις του 5 χρόνια αργότερα, υπάρχει ένα συγκεκριμένο είδος φρύνου (βάτραχος) της Αυστραλίας και της Δυτικής Αμερικής ο οποίος εκκρίνει μια ουσία από το δέρμα που ο ενδιαφερόμενος μπορεί να γλείψει, ή να αποξηράνει το δέρμα για να τριφτεί σε σκόνη. Μια ερμηνεία του μύθου με την πριγκίπισσα που φίλησε τον βάτραχο κι αυτός μεταμορφώθηκε σε επιβήτορα αφορά αυτό ακριβώς το είδος βατράχου, ωστόσο παραμένει απλώς μια εικασία, και ούτω καθ΄ εξής, μέχρι σήμερα που τα ναρκωτικά παράγονται από μεγάλες βιομηχανίες και το οργανωμένο έγκλημα και σε κάποιες περιπτώσεις στηρίζουν τις οικονομίες ολόκληρων κρατών.
Η διαφορά της χρήσης των ουσιών στο παρελθόν ήταν ότι τότε είχε ένα ιδιαίτερο νόημα, συνήθως τελετουργικό/ιερό ή θεραπευτικό και χρησιμοποιούνταν κάτω από ειδικές συνθήκες και ομάδες ανθρώπων. Αυτός πιθανά είναι και ο λόγος που δεν υπήρχε κάποια έξαρση της χρήσης στην αρχαιότητα, από όσο γνωρίζουμε, αν και από τα στοιχεία που υπάρχουν φαίνεται πως θα πρέπει να υπήρξε κάποιου είδους πρόβλημα με τη χρήση του αλκοόλ. Αν αναζητήσουμε το νόημα πίσω από τη χρήση ουσιών σήμερα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια συμπεριφορά φυγής από την πραγματικότητα, δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα άτομα που κάνουν χρήση ουσιών αυτό που στην ουσία κάνουν είναι να χρησιμοποιούν ένα μέσο για να αποφύγουν την πραγματικότητά τους για κάποιο χρονικό διάστημα.
Οι ψυχοδραστικές ουσίες που δημιουργούν εξάρτηση χωρίζονται με διάφορους τρόπους, μία απλή κατηγοριοποίηση με βάση τη δράση τους είναι:
- Κατασταλτικά του ΚΝΣ, στα οποία ανήκουν: το αλκοόλ, τα πτητικά (κόλλες, βενζίνη, τα νιτρώδη (poppers) κ.α), τα βαρβιτουρικά και οι βενζοδιαζεπίνες, και τέλος τα αναλγητικά οπιοειδή και μη οπιοειδή (ηρωίνη, όπιο, μορφίνη, κωδεΐνη, μεθαδόνη, κτλ).
- Διεγερτικά του ΚΝΣ, στα οποία ανήκουν: η καφεΐνη, η νικοτίνη η οποία δεν έχει μόνο διεγερτική δράση αλλά έχει και τέτοια, η αμφεταμίνη, οι μεθαμφεταμίνες, κοκαΐνη η εφεδρίνη κ.α,
- Ψευδαισθησιογόνα ή ψυχεδελικά: τα οποία είναι η σκοπολαμίνη, η μεσκαλίνη, η ψιλοκυβίνη, το MDMA, το LSD, το PCP, η κεταμίνη και τέλος η Τετραϋδροκανναβινόλη ή απλά το χασίς.
Η κρατούσα άποψη για την εξάρτηση είναι ότι πρόκειται για μια χρόνια υποτροπιάζουσα νόσο η οποία είναι γενετικά καθορισμένη, άποψη η οποία βιολογικά πιστεύω ότι δεν αμφισβητείται αλλά επί της ουσίας από μόνη της ούτε απαντάει στην αιτιολογία του φαινομένου αλλά και ούτε έχει πολλά να προσφέρει στην αντιμετώπισή του. Ο μηχανισμός μέσω του οποίου δρουν όλες οι εξαρτήσεις είναι το κέντρο ανταμοιβής του εγκεφάλου και η ντοπαμίνη για αυτό το λόγο και υπάρχει η άποψη ότι επί της ουσίας όλοι οι εξαρτημένοι όποια ουσία και να χρησιμοποιούν ή σε όποια συμπεριφορά και να έχουν εθιστεί στην πραγματικότητα είναι εθισμένοι στην ντοπαμίνη. Για να θεωρηθεί κάποιος εξαρτημένος σύμφωνα με το DCM ΙV αρκεί να παρουσιάζει μόνο κάποια από τα ακόλουθα εννέα συμπτώματα:
- Ανοχή ή αντοχή (ανάγκη για έντονα αυξημένες ποσότητες για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα ή έντονα ελαττωμένο αποτέλεσμα με συνεχή χρήση της ίδιας ποσότητας της ουσίας). Ο όρος αντοχή/ανοχή χρησιμοποιείται επισήμως διπλά καθώς και οι δύο λέξεις περιγράφουν εξίσου καλά ένα μέρος του φαινομένου, το σύμπτωμα περιγράφεται καλύτερα και με τις δύο λέξεις αντοχή-ανοχή.
- Ψυχική εξάρτηση (επιθυμία, που ποικίλει από πολύ μικρή μέχρι πολύ έντονη).
- Συμπτώματα στερητικού συνδρόμου (τα οποία ποικίλουν ανάλογα με την ουσία χρήσης σε είδος, χρόνο και ένταση).
- Χρήση της ουσίας ή υιοθέτηση συγκεκριμένης συμπεριφοράς για τον περιορισμό των στερητικών συμπτωμάτων.
- Αποτυχημένες προσπάθειες για να ελέγξει τη χρήση ή τη συμπεριφορά.
- Σπατάλη χρόνου τόσο για την χρήση (ουσιών) ή την επανάληψη της συμπεριφοράς στην οποία είναι εθισμένος όσο και κατά την διαδικασία ανάρρωσης.
- Καταστροφικές συνέπειες εξαιτίας της χρήσης τόσο στους ίδιους τους εθισμένους όσο και στους ανθρώπους του περιβάλλοντός τους (προβλήματα στη δουλειά ή το σχολείο, συγκρούσεις με τους ανθρώπους που βρίσκονται στο κοντινό περιβάλλον, αφιέρωση λιγότερου χρόνου για χόμπι, ασθένειες κ.α.).
- Χρήση ουσιών πιο συχνή και σε μεγαλύτερες δόσεις από ότι σχεδιάζεται.
- Εξακολούθηση της χρήσης ακόμα κι αν το άτομο γνωρίζει ότι αυτό είναι καταστροφικό για τον εαυτό του.
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Νομίζω πως είναι χρήσιμο στους επαγγελματίες του χώρου και ότι συμπληρώνει την εικόνα που αφορά τον τρόπο δουλειάς με τους χρήστες ουσιών να μιλήσουμε λίγο για το πώς έρχεται ένας χρήστης ουσιών στα προγράμματα απεξάρτησης και πως δουλεύουμε στα βασικά στάδια θεραπείας μαζί του.
Το κίνητρο θεραπείας των εξαρτημένων που προσέρχονται στους Συμβουλευτικούς σταθμούς τις περισσότερες φορές είναι εξαιρετικά χαμηλό έως ανύπαρκτο, σε ελάχιστες περιπτώσεις υπάρχει ισχυρό κίνητρο. Οι λόγοι που τους οδηγούν σε μας είναι κυρίως πιέσεις από το οικογενειακό περιβάλλον, νομικές εκκρεμότητες, θέματα υγείας ή εργασιακά/οικονομικά προβλήματα. Η κρυφή τους σκέψη, τις περισσότερες φορές είναι να βελτιωθεί η κατάσταση της ζωής τους σε σχέση με τις πιέσεις και όχι η διακοπή της χρήσης. Επίσης σε κάποιες περιπτώσεις (περιστασιακών χρηστών, ή κοινωνικών χρηστών χασίς), που είναι άνθρωποι με μικρή εμπλοκή με στη χρήση και οι οποίοι πολλές φορές δεν έχουν βιώσει κανένα πρόβλημα σε σχέση με τη χρήση ουσιών, παρά μόνον ότι κάποιοι σημαντικοί άλλοι, κυρίως η οικογένεια, αντιλαμβάνονται ως πρόβλημα τη χρήση ουσιών, τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα σε σχέση με το αρχικό κίνητρο.
Στη πραγματικότητα στις περισσότερες περιπτώσεις, τουλάχιστον στην αρχή, μιλάμε για μια μορφή εξαναγκαστικής θεραπείας, ή στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια μορφή παρέμβασης στη ζωή ενός ατόμου, χωρίς αυτό το άτομο να το θέλει με την έννοια ότι δεν υπάρχει προσωπικό κίνητρο αλλά η θέση "μεταξύ δύο κακών διαλέγω το λιγότερο κακό", με στόχο να αποκτηθεί ένα κίνητρο για την απεμπλοκή από τις ουσίες εκ των υστέρων. Αυτό από μόνο του δημιουργεί μια μεγάλη ιδιαιτερότητα σε σχέση με τον ευρύτερο χώρο της ψυχοθεραπείας και φυσικά καθορίζει το ρόλο μας ως επαγγελματίες τόσο σε επίπεδο σχέσης με τον θεραπευόμενο όσο και στα "εργαλεία" αλλά και την γενικότερη οπτική της θεραπείας. Ένα γεγονός που διαφαίνεται από την αρχή λοιπόν είναι ότι ο ρόλος μας στο χώρο της απεξάρτησης είναι αρκετά ιδιαίτερος και καθορίζεται τόσο από τη φάση της θεραπείας (Συμβουλευτικός σταθμός, Θεραπευτική Κοινότητα, Κοινωνική Επανένταξη), όσο και από την ομάδα στόχου (οικογένειες, περιστασιακοί χρήστες, Drop out).
Ο ρόλος της ευρύτερης ψυχοθεραπείας στην αντιμετώπιση των εξαρτήσεων και υποστήριξη των εξαρτημένων κινείται μεταξύ της ανυπαρξίας και της αναγκαιότητας αλλά εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες.
Στα αρχικά στάδια απεξάρτησης είναι ανύπαρκτος έως και κακός πολλές φορές διότι λειτουργεί σαν άλλοθι για τον εξαρτημένο. Σε αυτές τις περιπτώσεις το μόνο θέμα που μπορούμε να δουλέψουμε και πάντα για ένα μικρό και καθορισμένο εξ’ αρχής αριθμό συνεδριών είναι η οργάνωση της παραπομπής σε ένα εξειδικευμένο πλαίσιο απεξάρτησης.
Κατά την κύρια φάση της θεραπείας εξακολουθεί να παραμένει αρνητικός ο λόγος ζημίας/κέρδους εκτός από περιπτώσεις διπλής διάγνωσης όπου κρίνεται απαραίτητη η υποστήριξη του ατόμου και για άλλα θέματα πέρα από την εξάρτησή του. Σε αυτές τις περιπτώσεις καλό είναι να μην δουλεύουμε σε βάθος, οι γνωσιοσυμπεριφοριστικές τεχνικές είναι πιο αποτελεσματικές και λιγότερο επικίνδυνες. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η παλινδρόμηση που είναι μια πολύ φυσιολογική κατάσταση της θεραπευτικής πρακτικής για έναν εξαρτημένο τις περισσότερες φορές σημαίνει την αρχή μιας υποτροπής η οποία μπορεί να καταλήξει και στο θάνατο. Επίσης χρειάζεται να είναι ορισμένο από το θεραπευτικό συμβόλαιο ότι θα υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των θεραπευτικών πλαισίων και κοινός θεραπευτικός σχεδιασμός.
Στη φάση της Κοινωνικής Επανένταξης είναι βοηθητική στις περισσότερες περιπτώσεις η ψυχοθεραπεία και λειτουργεί σχεδόν πάντα προς την κατεύθυνση της σταθεροποίησης και της βελτίωσης της λειτουργικότητας του ατόμου.
Όταν τα άτομα απεξαρτηθούν, η προσωπική μου άποψη είναι ότι η ψυχοθεραπεία είναι σχεδόν απαραίτητη και πάντα εξαιρετικά σημαντική. Οι λόγοι είναι πολλοί ενδεικτικά μπορούμε να πούμε ότι μιλάμε για άτομα που έχουν αγγίξει ή/και σε ένα βαθμό διαχειριστεί/επεξεργαστεί κάποια θέματα εαυτού τα οποία όμως σε καμία περίπτωση δεν είναι επαρκώς δουλεμένα.
Ο ρόλος της Σωματικής Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής δεν είναι διάφορος από το ρόλο της ευρύτερης ψυχοθεραπείας. Θα μπορούσαμε να πούμε όμως ότι έχουμε το πλεονέκτημα της σωματικής δουλειάς η οποία μπορεί να φανεί εξαιρετικά βοηθητική πολλές φορές καθώς η χρήση ουσιών έχει σοβαρές επιπτώσεις στο φυσικό σώμα. Επίσης η σχέση του Εγώ με την ή τις ουσίες είναι αναπόδραστα σωματοποιημένη.
Το κίνητρο θεραπείας των εξαρτημένων που προσέρχονται στους Συμβουλευτικούς σταθμούς τις περισσότερες φορές είναι εξαιρετικά χαμηλό έως ανύπαρκτο, σε ελάχιστες περιπτώσεις υπάρχει ισχυρό κίνητρο. Οι λόγοι που τους οδηγούν σε μας είναι κυρίως πιέσεις από το οικογενειακό περιβάλλον, νομικές εκκρεμότητες, θέματα υγείας ή εργασιακά/οικονομικά προβλήματα. Η κρυφή τους σκέψη, τις περισσότερες φορές είναι να βελτιωθεί η κατάσταση της ζωής τους σε σχέση με τις πιέσεις και όχι η διακοπή της χρήσης. Επίσης σε κάποιες περιπτώσεις (περιστασιακών χρηστών, ή κοινωνικών χρηστών χασίς), που είναι άνθρωποι με μικρή εμπλοκή με στη χρήση και οι οποίοι πολλές φορές δεν έχουν βιώσει κανένα πρόβλημα σε σχέση με τη χρήση ουσιών, παρά μόνον ότι κάποιοι σημαντικοί άλλοι, κυρίως η οικογένεια, αντιλαμβάνονται ως πρόβλημα τη χρήση ουσιών, τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα σε σχέση με το αρχικό κίνητρο.
Στη πραγματικότητα στις περισσότερες περιπτώσεις, τουλάχιστον στην αρχή, μιλάμε για μια μορφή εξαναγκαστικής θεραπείας, ή στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια μορφή παρέμβασης στη ζωή ενός ατόμου, χωρίς αυτό το άτομο να το θέλει με την έννοια ότι δεν υπάρχει προσωπικό κίνητρο αλλά η θέση "μεταξύ δύο κακών διαλέγω το λιγότερο κακό", με στόχο να αποκτηθεί ένα κίνητρο για την απεμπλοκή από τις ουσίες εκ των υστέρων. Αυτό από μόνο του δημιουργεί μια μεγάλη ιδιαιτερότητα σε σχέση με τον ευρύτερο χώρο της ψυχοθεραπείας και φυσικά καθορίζει το ρόλο μας ως επαγγελματίες τόσο σε επίπεδο σχέσης με τον θεραπευόμενο όσο και στα "εργαλεία" αλλά και την γενικότερη οπτική της θεραπείας. Ένα γεγονός που διαφαίνεται από την αρχή λοιπόν είναι ότι ο ρόλος μας στο χώρο της απεξάρτησης είναι αρκετά ιδιαίτερος και καθορίζεται τόσο από τη φάση της θεραπείας (Συμβουλευτικός σταθμός, Θεραπευτική Κοινότητα, Κοινωνική Επανένταξη), όσο και από την ομάδα στόχου (οικογένειες, περιστασιακοί χρήστες, Drop out).
Ο ρόλος της ευρύτερης ψυχοθεραπείας στην αντιμετώπιση των εξαρτήσεων και υποστήριξη των εξαρτημένων κινείται μεταξύ της ανυπαρξίας και της αναγκαιότητας αλλά εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες.
Στα αρχικά στάδια απεξάρτησης είναι ανύπαρκτος έως και κακός πολλές φορές διότι λειτουργεί σαν άλλοθι για τον εξαρτημένο. Σε αυτές τις περιπτώσεις το μόνο θέμα που μπορούμε να δουλέψουμε και πάντα για ένα μικρό και καθορισμένο εξ’ αρχής αριθμό συνεδριών είναι η οργάνωση της παραπομπής σε ένα εξειδικευμένο πλαίσιο απεξάρτησης.
Κατά την κύρια φάση της θεραπείας εξακολουθεί να παραμένει αρνητικός ο λόγος ζημίας/κέρδους εκτός από περιπτώσεις διπλής διάγνωσης όπου κρίνεται απαραίτητη η υποστήριξη του ατόμου και για άλλα θέματα πέρα από την εξάρτησή του. Σε αυτές τις περιπτώσεις καλό είναι να μην δουλεύουμε σε βάθος, οι γνωσιοσυμπεριφοριστικές τεχνικές είναι πιο αποτελεσματικές και λιγότερο επικίνδυνες. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η παλινδρόμηση που είναι μια πολύ φυσιολογική κατάσταση της θεραπευτικής πρακτικής για έναν εξαρτημένο τις περισσότερες φορές σημαίνει την αρχή μιας υποτροπής η οποία μπορεί να καταλήξει και στο θάνατο. Επίσης χρειάζεται να είναι ορισμένο από το θεραπευτικό συμβόλαιο ότι θα υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των θεραπευτικών πλαισίων και κοινός θεραπευτικός σχεδιασμός.
Στη φάση της Κοινωνικής Επανένταξης είναι βοηθητική στις περισσότερες περιπτώσεις η ψυχοθεραπεία και λειτουργεί σχεδόν πάντα προς την κατεύθυνση της σταθεροποίησης και της βελτίωσης της λειτουργικότητας του ατόμου.
Όταν τα άτομα απεξαρτηθούν, η προσωπική μου άποψη είναι ότι η ψυχοθεραπεία είναι σχεδόν απαραίτητη και πάντα εξαιρετικά σημαντική. Οι λόγοι είναι πολλοί ενδεικτικά μπορούμε να πούμε ότι μιλάμε για άτομα που έχουν αγγίξει ή/και σε ένα βαθμό διαχειριστεί/επεξεργαστεί κάποια θέματα εαυτού τα οποία όμως σε καμία περίπτωση δεν είναι επαρκώς δουλεμένα.
Ο ρόλος της Σωματικής Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής δεν είναι διάφορος από το ρόλο της ευρύτερης ψυχοθεραπείας. Θα μπορούσαμε να πούμε όμως ότι έχουμε το πλεονέκτημα της σωματικής δουλειάς η οποία μπορεί να φανεί εξαιρετικά βοηθητική πολλές φορές καθώς η χρήση ουσιών έχει σοβαρές επιπτώσεις στο φυσικό σώμα. Επίσης η σχέση του Εγώ με την ή τις ουσίες είναι αναπόδραστα σωματοποιημένη.